Για να φτιάξει κάποιος "μαλλίτης γριάς" (το γνωστό λευκό ή χρωματιστό συννεφάκι που τυλίγεται γύρω από ένα καλαμάκι) χρησιμοποιεί κανονική ζάχαρη σε κόκκους, δηλαδή κρυσταλλική ζάχαρη...
Κατόπιν χύνει μια μικρή ποσότητα ζάχαρης σε μια μεταλλική γαβάθα που έχει ζεσταθεί ομοιόμορφα και στροβιλίζεται με σταθερή ταχύτητα. Η θερμότητα προκαλεί αλλαγή στους κρυστάλλους της ζάχαρης, που χάνουν τη συνήθη δομή τους. Μετά από λίγο, σε θερμοκρασία 100-120 βαθμούς Κελσίου -ανάλογα με το βαθμό υγρασίας του περιβάλλοντος-, η ζάχαρη γίνεται μια άμορφη μάζα. Αυτή είναι η πρώτη μόνο φάση της μεταμόρφωσης. Αν η θερμοκρασία αυξηθεί περισσότερο η ζάχαρη θα γίνει καραμέλα, που όταν κρυώσει θα μοιάζει με γυαλί. Όμως χάρη στη φυγόκεντρο δύναμη του στροβιλίσματος της μηχανής η ζάχαρη μετατρέπεται από άμορφη μάζα σε νήμα. Δημιουργείται έτσι ένα ελαφρύ στρώμα που μοιάζει με μούσι και εφαρμόζει στα τοιχώματα του μετάλλου. Αυτό το ελαφρύ υλικό -που αποτελείται κατά 98% από αέρα- δεν είναι καθόλου σταθερό και τυλίγεται γύρω από το μπαστουνάκι. Πάντως στη ζαχαροπλαστική δεν υπάρχει "μαλλί της γριάς" ούτε ζάχαρη που "γνέθεται". Υπάρχει μόνο καραμέλα, ζάχαρη που έχει απλώς ζεσταθεί κι αφού κρυώσει πλάθεται σε σειρές σαν νήματα με τη βοήθεια χτενών ή κουταλιών. Χρησιμοποιείται για τις γαρνιτούρες και μπορεί, σε αντίθεση με το "μαλλί της γριάς", να διατηρηθεί.